του Θανάση Πάνου *
Έχει τεράστια σημασία να μπορεί ένα κοινό να τοποθετηθεί απέναντι στην αισθητικότητα μιας εκδήλωσης ή και ακόμη στην αισθητικότητα ενός κτιριακού κατασκευάσματος.
Ο κάθε επίσημος πολιτιστικός φορέας ως οργανική οντότητα, χωρίς το χάραγμα πολιτιστικής πολιτικής δυστυχώς παρουσιάζεται πάντα παράλυτος και ασπόνδυλος. Δεν πρέπει να παραβλέπουμε ότι η ανάπτυξη ,που ακούμε ως γενικευμένο σύνθημα εξόδου από τη κρίση είναι βασική και κάτω από αισθητικές κατηγορίες.
Η Κάθε κοινωνία «πλάθει» τα γράμματα και τις τέχνες , τον πολιτισμό, που ανταποκρίνεται στο ήθος και την «προσωπικότητά» της, ακόμα και στις αναπόφευκτες περιόδους της κρίσης. Η πολιτιστική ανάπτυξη είναι ένας στίβος μέσα στον οποίο θα μπορούσαν υπό τους καλύτερους όρους να συμμετέχουν όλοι στη δημιουργία , στην ομαδική δράση γιατί αυτή η ταύτιση και η κοινή συνείδηση είναι που σταθεροποιεί τους δεσμούς ακόμη και σε μια πάσχουσα κοινωνία. Η αλήθεια για την παιδεία και τον πολιτισμό γίνεται ευδιάκριτη όταν κοιτάξουμε κατάματα τον δικό μας οικείο χώρο την τοπική κοινωνία , μέσα από την αντιμετώπιση – δράση της τοπικής αυτοδιοίκησης και του αντίστοιχου πνευματικού κέντρου. Αν δεν εστιάσουμε την κριτική μας σε αυτή την κατεύθυνση τότε δεν χρειάζεται να απορούμε για την γενικευμένη έξαρση ρατσιστικών συμπεριφορών , την ηχορύπανση , τη μόλυνση αλλά και την πείνα του γείτονα που δεν γνωρίζουμε. Η παιδεία και ο πολιτισμός έχει ιεραρχηθεί χαμηλά και αντιμετωπίζεται ως «λεπτομέρεια» ιδιαίτερα , με το άλλοθι της οικονομικής κρίσης , που επικαλείται ο κάθε «Καποδιστριακός» δήμος. . Η κάθε πόλη είναι όμως ένα σύνολο «λεπτομερειών». Η υποβάθμιση της «λεπτομέρειας» πολιτισμός έχει επιπτώσεις στην οικονομία, στο περιβάλλον στην αισθητική , σε όλη την Ανάπτυξη. Η ανάπτυξη και η σχέση με τον τόπο μας, που ακούμε ως γενικευμένο σύνθημα εξόδου από τη κρίση είναι βασική και κάτω από αισθητικές κατηγορίες. Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι όλες οι ομάδες, ακόμη και οι πιο μικρές ηλικιακά, πρέπει να έχουν την αίσθηση ότι βρίσκονται υπό τη σκέπη του δήμου ότι μπορούν να αναπτύξουν ομαδική δράση. Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι όταν μιλάμε για πολιτισμό αναφερόμαστε στο επίπεδο δημιουργίας πολιτιστικής παιδείας. Δεν πρέπει να βλέπουμε τον Πολιτισμό μέσα από εκδηλώσεις Σόου με την φαμφαρόνικη πολυτέλεια και την ξενόφερτη μίμηση ή και την παρωδία σε ότι υποτίθεται ότι αποπνέει Ελληνικότητα.
Η ΜΟΝΑΧΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥ
Δεν πρέπει όμως να περιμένουμε την ανάπτυξη μονοδιάστατα και από την πλευρά του μεμονωμένου δημιουργού. Ο δημιουργός δημιουργεί και το πνευματικό κέντρο της κάθε περιοχής όσο άριστο και τέλειο και αν είναι στο επίπεδο υποβοήθησης των καλλιτεχνών και της πνευματικής δημιουργίας , αν αποτυγχάνει στο επίπεδο της συμμετοχής των ευρύτερων δυνάμεων, τελικά η στασιμότητα θα είναι αναπόφευκτη. Αυτό βέβαια που συμβαίνει βολεύει την στείρα αναπαραγωγή των κομματικών δυνάμεων , των ανίκανων που έχουν αναρριχηθεί ως ειδικοί σε θέσεις ειδικών πατώντας ή θάβοντας τους άξιους. Αυτό που έχει ανυπολόγιστη σημασία είναι τι χάνεται σε θετικές γόνιμες δημιουργικές αξίες στην παρατεινόμενη διαδικασία απραξίας. Εκδηλώσεις χωρίς ένα κεντρικό πρόγραμμα ανάπτυξης των δημιουργικών δυνάμεων του τόπου οδηγούν στην ασυναρτησία. Ο κάθε επίσημος φορέας ως οργανική οντότητα, χωρίς το χάραγμα πολιτιστικής πολιτικής δυστυχώς παρουσιάζεται πάντα παράλυτος και ασπόνδυλος. Από την Ελληνική κρατική τηλεόραση έως το πνευματικό κέντρο της κάθε περιοχής αυτό αποτελεί κρυφός νόμος που προστατεύει το αδιακινδύνευτο της αναπαραγωγής των.
Οι φορείς αυτοί επικαλούνται το ελάχιστο της ευθύνης τους, φωνάζοντας ότι υπάρχει η τεχνολογία , και οι υποδομές (κάθε πόλη έχει το θέατρο της για εκδηλώσεις), αλλά δεν υπάρχει συμμετοχή με πρωτοβουλία των ανθρώπων των γραμμάτων και των τεχνών. Εδώ όμως πρέπει να προσέξουμε τη διαφορά από τη δημιουργία υλικών μέσων – υποδομών και την ουσιαστική χρησιμοποίησή τους. Ας θυμηθούμε τα ολυμπιακά έργα , τα στάδια και την ερήμωση λόγω έλλειψης πολιτιστικής πολιτικής ανάπτυξης. Τα υλικά μέσα σήμερα έχουν αποκτήσει μια ¨αυτοτέλεια» και δρουν ανταγωνιστικά στην ίδια την ουσία της κουλτούρας. Για να καταλάβουμε τη διαφορά αυτή πρέπει να εξετάσουμε - να επικαλεστούμε τους δύο όρους για τον Πολιτισμό. Ο όρος Zivilisation αναφέρεται στα υλικά στοιχεία της κουλτούρας – στην υποδομή ( στη δημιουργία χώρων , την έκδοση βιβλίων , την τεχνική βοήθεια για τις παραστάσεις κλπ) . Ο δεύτερος πιο ευρύς όρος Kultur σημαίνει ότι ο πολιτισμός μπορεί να υπάρξει και σε μια παραλία αλλά και στην κορυφή ενός βουνού , σε μια σπηλιά – σπηλιά με την αρχαιοελληνική έννοια, δηλαδή ως μήτρα της γης , ως γέννα του νέου , ως δημιουργία του ανθρώπου. (Σε χώρους της μάνας - γης το πολιτιστικό φως έδινε πνευματική ζωή ως γέννα σπηλαίου , ως γέννα της Ρέας κόρης του Ουρανού και της Γης) .
Στη μαζική – ζωντανή λειτουργική διάσταση κρίνεται η ποιότητα του πολιτισμού και εδώ εντοπίζεται η κριτική. Μιλάμε δηλαδή για τις βαρύτατες υποχρεώσεις και πολιτισμικές ευθύνες που από την πλάτη ενός ασπόνδυλου επιτελικού οργάνου για τον πολιτισμό μεταφέρονται στους ώμους του καλλιτέχνη και του απλού πολίτη , χωρίς να υπάρχει πρόγραμμα για την «αυτενέργειά» του. Δεν αρκεί να μετράμε τις θεατρικές παραστάσεις ή τα καλλιτεχνικά δρώμενα που «συμβαίνουν». Γιατί απλά «συμβαίνουν» , όταν δεν δημιουργούν παιδεία. Έχει τεράστια σημασία να μπορεί ένα κοινό να τοποθετηθεί απέναντι στην αισθητικότητα μιας εκδήλωσης ή και ακόμη στην αισθητικότητα ενός κτιριακού κατασκευάσματος. Από την απλή διαμόρφωση του «γούστου» και την καθημερινή ψυχαγωγία πρέπει να περνάμε στις πιο σύνθετες μορφές παιδείας –πολιτισμού που ενσαρκώνει η μουσική, το θέατρο ή λογοτεχνία. Στα υγιή πρότυπα που δεν πρέπει αφήνουν αδιάφορο κανένα.
Ο μειοδοτικός τύπος ανθρώπου που επικρατεί σ΄ ολη την γραμμή της ελληνικής κοινωνίας πρέπει να είναι το επίκεντρο των προσπαθειών του κάθε φορέα. Γιατί ενώ ο μέσος άνθρωπος σήμερα , ασύγκριτα πιο μορφωμένος από τον χθεσινό , βλέπουμε ότι οδηγείται σε ασύλληπτες μορφές κακογουστιάς και γίνεται δέκτης χοντροκομμένων πολλές φορές θεαμάτων και μένει απλά καταναλωτής-θεατής. Τα θεάματα τέτοιου επιπέδου είναι απαγορευτικά στην ποιότητα της ζωής μας, μέσα από αισθητικούς όρους που εξυψώνουν …
* Ο Θανάσης Πάνου σπούδασε οργάνωση & διοίκηση επιχειρήσεων , κοινωνιολογία- εγκληματολογία και πραγματοποίησε ειδικές σπουδές εικαστικών τεχνών (εικόνα ήχος-κίνηση-λόγος) , στο art & culture center for artistic development & culture με αντικείμενο έρευνας την λειτουργιά της καλλιτεχνικής φόρμας και τη μορφική της αντιστοιχία από το ένα είδος τέχνης στο άλλο. Έχει λάβει μέρος σε ατομικές και ομαδικές εκθέσεις Ζωγραφικής – Video-Αrt, στην Ελλάδα και το εξωτερικό και έχει οργανώσει λογοτεχνικές εκδηλώσεις και δρώμενα πλαισιωμένα με μουσική και οπτικοποίηση ποιητικού λόγου. Άρθρα και ποιήματα του έχουν δημοσιευθεί σε εφημερίδες ,περιοδικά και ποιητικές ανθολογίες. [ ιστολόγιο ] [ facebook ] [ facebook page ] [ ιστολόγιο ΙΙ ]
Έχει τεράστια σημασία να μπορεί ένα κοινό να τοποθετηθεί απέναντι στην αισθητικότητα μιας εκδήλωσης ή και ακόμη στην αισθητικότητα ενός κτιριακού κατασκευάσματος.
Ο κάθε επίσημος πολιτιστικός φορέας ως οργανική οντότητα, χωρίς το χάραγμα πολιτιστικής πολιτικής δυστυχώς παρουσιάζεται πάντα παράλυτος και ασπόνδυλος. Δεν πρέπει να παραβλέπουμε ότι η ανάπτυξη ,που ακούμε ως γενικευμένο σύνθημα εξόδου από τη κρίση είναι βασική και κάτω από αισθητικές κατηγορίες.
Η Κάθε κοινωνία «πλάθει» τα γράμματα και τις τέχνες , τον πολιτισμό, που ανταποκρίνεται στο ήθος και την «προσωπικότητά» της, ακόμα και στις αναπόφευκτες περιόδους της κρίσης. Η πολιτιστική ανάπτυξη είναι ένας στίβος μέσα στον οποίο θα μπορούσαν υπό τους καλύτερους όρους να συμμετέχουν όλοι στη δημιουργία , στην ομαδική δράση γιατί αυτή η ταύτιση και η κοινή συνείδηση είναι που σταθεροποιεί τους δεσμούς ακόμη και σε μια πάσχουσα κοινωνία. Η αλήθεια για την παιδεία και τον πολιτισμό γίνεται ευδιάκριτη όταν κοιτάξουμε κατάματα τον δικό μας οικείο χώρο την τοπική κοινωνία , μέσα από την αντιμετώπιση – δράση της τοπικής αυτοδιοίκησης και του αντίστοιχου πνευματικού κέντρου. Αν δεν εστιάσουμε την κριτική μας σε αυτή την κατεύθυνση τότε δεν χρειάζεται να απορούμε για την γενικευμένη έξαρση ρατσιστικών συμπεριφορών , την ηχορύπανση , τη μόλυνση αλλά και την πείνα του γείτονα που δεν γνωρίζουμε. Η παιδεία και ο πολιτισμός έχει ιεραρχηθεί χαμηλά και αντιμετωπίζεται ως «λεπτομέρεια» ιδιαίτερα , με το άλλοθι της οικονομικής κρίσης , που επικαλείται ο κάθε «Καποδιστριακός» δήμος. . Η κάθε πόλη είναι όμως ένα σύνολο «λεπτομερειών». Η υποβάθμιση της «λεπτομέρειας» πολιτισμός έχει επιπτώσεις στην οικονομία, στο περιβάλλον στην αισθητική , σε όλη την Ανάπτυξη. Η ανάπτυξη και η σχέση με τον τόπο μας, που ακούμε ως γενικευμένο σύνθημα εξόδου από τη κρίση είναι βασική και κάτω από αισθητικές κατηγορίες. Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι όλες οι ομάδες, ακόμη και οι πιο μικρές ηλικιακά, πρέπει να έχουν την αίσθηση ότι βρίσκονται υπό τη σκέπη του δήμου ότι μπορούν να αναπτύξουν ομαδική δράση. Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι όταν μιλάμε για πολιτισμό αναφερόμαστε στο επίπεδο δημιουργίας πολιτιστικής παιδείας. Δεν πρέπει να βλέπουμε τον Πολιτισμό μέσα από εκδηλώσεις Σόου με την φαμφαρόνικη πολυτέλεια και την ξενόφερτη μίμηση ή και την παρωδία σε ότι υποτίθεται ότι αποπνέει Ελληνικότητα.
Η ΜΟΝΑΧΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥ
Δεν πρέπει όμως να περιμένουμε την ανάπτυξη μονοδιάστατα και από την πλευρά του μεμονωμένου δημιουργού. Ο δημιουργός δημιουργεί και το πνευματικό κέντρο της κάθε περιοχής όσο άριστο και τέλειο και αν είναι στο επίπεδο υποβοήθησης των καλλιτεχνών και της πνευματικής δημιουργίας , αν αποτυγχάνει στο επίπεδο της συμμετοχής των ευρύτερων δυνάμεων, τελικά η στασιμότητα θα είναι αναπόφευκτη. Αυτό βέβαια που συμβαίνει βολεύει την στείρα αναπαραγωγή των κομματικών δυνάμεων , των ανίκανων που έχουν αναρριχηθεί ως ειδικοί σε θέσεις ειδικών πατώντας ή θάβοντας τους άξιους. Αυτό που έχει ανυπολόγιστη σημασία είναι τι χάνεται σε θετικές γόνιμες δημιουργικές αξίες στην παρατεινόμενη διαδικασία απραξίας. Εκδηλώσεις χωρίς ένα κεντρικό πρόγραμμα ανάπτυξης των δημιουργικών δυνάμεων του τόπου οδηγούν στην ασυναρτησία. Ο κάθε επίσημος φορέας ως οργανική οντότητα, χωρίς το χάραγμα πολιτιστικής πολιτικής δυστυχώς παρουσιάζεται πάντα παράλυτος και ασπόνδυλος. Από την Ελληνική κρατική τηλεόραση έως το πνευματικό κέντρο της κάθε περιοχής αυτό αποτελεί κρυφός νόμος που προστατεύει το αδιακινδύνευτο της αναπαραγωγής των.
Οι φορείς αυτοί επικαλούνται το ελάχιστο της ευθύνης τους, φωνάζοντας ότι υπάρχει η τεχνολογία , και οι υποδομές (κάθε πόλη έχει το θέατρο της για εκδηλώσεις), αλλά δεν υπάρχει συμμετοχή με πρωτοβουλία των ανθρώπων των γραμμάτων και των τεχνών. Εδώ όμως πρέπει να προσέξουμε τη διαφορά από τη δημιουργία υλικών μέσων – υποδομών και την ουσιαστική χρησιμοποίησή τους. Ας θυμηθούμε τα ολυμπιακά έργα , τα στάδια και την ερήμωση λόγω έλλειψης πολιτιστικής πολιτικής ανάπτυξης. Τα υλικά μέσα σήμερα έχουν αποκτήσει μια ¨αυτοτέλεια» και δρουν ανταγωνιστικά στην ίδια την ουσία της κουλτούρας. Για να καταλάβουμε τη διαφορά αυτή πρέπει να εξετάσουμε - να επικαλεστούμε τους δύο όρους για τον Πολιτισμό. Ο όρος Zivilisation αναφέρεται στα υλικά στοιχεία της κουλτούρας – στην υποδομή ( στη δημιουργία χώρων , την έκδοση βιβλίων , την τεχνική βοήθεια για τις παραστάσεις κλπ) . Ο δεύτερος πιο ευρύς όρος Kultur σημαίνει ότι ο πολιτισμός μπορεί να υπάρξει και σε μια παραλία αλλά και στην κορυφή ενός βουνού , σε μια σπηλιά – σπηλιά με την αρχαιοελληνική έννοια, δηλαδή ως μήτρα της γης , ως γέννα του νέου , ως δημιουργία του ανθρώπου. (Σε χώρους της μάνας - γης το πολιτιστικό φως έδινε πνευματική ζωή ως γέννα σπηλαίου , ως γέννα της Ρέας κόρης του Ουρανού και της Γης) .
Στη μαζική – ζωντανή λειτουργική διάσταση κρίνεται η ποιότητα του πολιτισμού και εδώ εντοπίζεται η κριτική. Μιλάμε δηλαδή για τις βαρύτατες υποχρεώσεις και πολιτισμικές ευθύνες που από την πλάτη ενός ασπόνδυλου επιτελικού οργάνου για τον πολιτισμό μεταφέρονται στους ώμους του καλλιτέχνη και του απλού πολίτη , χωρίς να υπάρχει πρόγραμμα για την «αυτενέργειά» του. Δεν αρκεί να μετράμε τις θεατρικές παραστάσεις ή τα καλλιτεχνικά δρώμενα που «συμβαίνουν». Γιατί απλά «συμβαίνουν» , όταν δεν δημιουργούν παιδεία. Έχει τεράστια σημασία να μπορεί ένα κοινό να τοποθετηθεί απέναντι στην αισθητικότητα μιας εκδήλωσης ή και ακόμη στην αισθητικότητα ενός κτιριακού κατασκευάσματος. Από την απλή διαμόρφωση του «γούστου» και την καθημερινή ψυχαγωγία πρέπει να περνάμε στις πιο σύνθετες μορφές παιδείας –πολιτισμού που ενσαρκώνει η μουσική, το θέατρο ή λογοτεχνία. Στα υγιή πρότυπα που δεν πρέπει αφήνουν αδιάφορο κανένα.
Ο μειοδοτικός τύπος ανθρώπου που επικρατεί σ΄ ολη την γραμμή της ελληνικής κοινωνίας πρέπει να είναι το επίκεντρο των προσπαθειών του κάθε φορέα. Γιατί ενώ ο μέσος άνθρωπος σήμερα , ασύγκριτα πιο μορφωμένος από τον χθεσινό , βλέπουμε ότι οδηγείται σε ασύλληπτες μορφές κακογουστιάς και γίνεται δέκτης χοντροκομμένων πολλές φορές θεαμάτων και μένει απλά καταναλωτής-θεατής. Τα θεάματα τέτοιου επιπέδου είναι απαγορευτικά στην ποιότητα της ζωής μας, μέσα από αισθητικούς όρους που εξυψώνουν …
* Ο Θανάσης Πάνου σπούδασε οργάνωση & διοίκηση επιχειρήσεων , κοινωνιολογία- εγκληματολογία και πραγματοποίησε ειδικές σπουδές εικαστικών τεχνών (εικόνα ήχος-κίνηση-λόγος) , στο art & culture center for artistic development & culture με αντικείμενο έρευνας την λειτουργιά της καλλιτεχνικής φόρμας και τη μορφική της αντιστοιχία από το ένα είδος τέχνης στο άλλο. Έχει λάβει μέρος σε ατομικές και ομαδικές εκθέσεις Ζωγραφικής – Video-Αrt, στην Ελλάδα και το εξωτερικό και έχει οργανώσει λογοτεχνικές εκδηλώσεις και δρώμενα πλαισιωμένα με μουσική και οπτικοποίηση ποιητικού λόγου. Άρθρα και ποιήματα του έχουν δημοσιευθεί σε εφημερίδες ,περιοδικά και ποιητικές ανθολογίες. [ ιστολόγιο ] [ facebook ] [ facebook page ] [ ιστολόγιο ΙΙ ]