Δε μπορείς να φανταστείς τι μπορεί να κάνει ένα γράμμα. Ναι, ναι ένα μόνο γράμμα! Κολλάει πάνω σου σα βδέλλα και ρουφά τους xυμούς κάθε σου σκέψης. Είναι ένα γράμμα βαμπίρ.
- Είσαι ένας ά-χρηστος, έλεγε η μάνα μου κι έβαζε όλη της τη δύναμή στο ά . Ά-χρηστος, ά-μυαλος, α-νόητος. Πυροβολισμοί με επαναληπτικό ά. Ένιωθα ένα κάψιμο στο στομάχι κι έψαχνα με τα δάχτυλά μου το αίμα της πληγής.
«Ο γιος σας, κυρία μου, είναι αδύνατος στα μαθήματα, αμελής, απροσάρμοστος».
Βγήκα τρέχοντας στην αυλή του σχολείου.
Είσαι άχρηστος, μου είπαν τα γεράνια κι έστρεψαν το βλέμμα τους αλλού.
Είσαι άχρηστος, μου είπε, ο κισσός και συνέχισε ν’ ανεβαίνει στα κάγκελα αδιάφορος.
Ένα κακόψυχο γράμμα με κυνηγούσε παντού. Με παραμόνευε με στολές παραλλαγής μωρά σχήματα λόγου χαμαιλέοντος. Αλάνθαστο Έβρισκε πάντα την καρδιά του στόχου. Μου είπαν πως το λένε άλφα στερητικό. Τους πιστεύω. Γιατί εμένα στέγνωσε την ψυχή μου. Την άφησε κούτσουρο ξερό, που ξεφλουδίζει αργά αργά και πέφτει στο χώμα. Ξέρεις τι θα πει αφυδάτωση ψυχής; Όνειρα της ερήμου. Αντικατοπτρισμοί υδάτων. Οάσεις φαντασμάτων, Μετέωρες πηγές. Αιώνια του απρόσιτου δίψα. Αφόρητη δίψα.
Ναι, για ένα γράμμα… Δε με πιστεύεις. Ούτε συ με πιστεύεις.
Άλλοτε γίνεται σαρκοβόρο κοράκι, κλέβει τη φωνή του προϊσταμένου μου, και κρώζει με τις ώρες καθισμένο στον ώμο μου : α-νίκανος, α-νίκανος… Ακούς; Απόψε νιαουρίζει με τη φωνή των φίλων μου: ανικανοποίητος, ανέραστος, αν… Ακούς το νιαούρισμα; Βρε ούστ από δω παλιοψοφίμι… Ούστ.
Άλλοτε μεταμφιεσμένο πίσω από δήθεν νοήματα ζωής, με ξεγελά. Με παρασύρει, με κοροϊδεύει. Δεν μπορώ να του ξεφύγω. Μαζί μεγαλώσαμε. Έγινε η σκιά μου. Τώρα μ’ ακουμπά μ’ ένα χέρι σίδερο και γέρνω. Γέρνω ή γερνώ, κατά πως λέει η ποιήτρια; Δε βαριέσαι, ποιος νοιάζεται.
Μόνο η ά-νοια ,μου λέει, μ΄ ένα σαρδόνιο σφύριγμα γέλιου, το άτιμο γράμμα.
Το βλέπεις; Καθρεφτίζεται στο βλέμμα των άλλων. Τι να κάνω; Έχω σπάσει πολλούς καθρέφτες. Δε γίνεται τίποτα. Το βλέπεις; Είναι γράμμα θηλιά. Ένας κύκλος σφιγμένος σε κόμπο. Ένας βρόγχος που με πνίγει. Κανείς δε με πιστεύει. Μα εσύ, αν κοιτάξεις καλά, θα το δεις τυπωμένο, σα σφραγίδα στο μέτωπό μου. Με το «χάραγμα του θηρίου» ήρθα σ’ αυτόν τον κόσμο. Με λένε Αδάμ. Δεν ξέρω το όνομα αυτό τι σημαίνει. Εγώ όμως πιστεύω πως πάει να πει στερημένος. Ναι, στερημένος από κάτι που του πήραν. Πάει να πει, απαρηγόρητος.
Ένα γράμμα ερπετό γράφει γύρω μου κύκλους όλο και πιο μικρούς, όλο και πιο μικρούς. Μου κόβει την ανάσα. Μόνο τις νύχτες φεύγει. Φεύγει και μ’ αφήνει με ένα σύνδρομο αϋπνίας να μετρώ τους φόβους μου. Να τους αποκεφαλίζω έναν ένα, μήπως καταφέρω επιτέλους να κοιμηθώ. Κόβω, κόβω ως το πρωί και φυτρώνουν σαν τη Λερναία Ύδρα, άλλοι αμέτρητοι. Κι όλα αυτά για ένα ύπουλο γράμμα. Αλλά κι εσύ, όπως όλοι, δε με πιστεύεις. Κι όμως για δες, υπάρχει ακόμη και στην ταυτότητά μου. Τι λέει εδώ ; Βλέπεις; Ά-ΓΑΜΟΣ.
Τουλάχιστον εσύ περίμενα να με καταλάβεις. Τουλάχιστον εσύ, ένας φυλακισμένος ισόβια, σ’ αυτή τη σκοτεινή πηγάδα. Ένας ευκάλυπτος εξόριστος στης πολυκατοικίας τον ακάλυπτο.
* Η Ευαγγελία Πετρουγάκη κατάγεται από τον Ευαγγελισμό του Δήμου Μινώα-Πεδιάδος και ζει στο Ηράκλεο Κρήτης. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Παν|μίου Αθηνών και εργάστηκε ως φιλόλογος στη Μέση Εκπαίδευση. Ποιήματά της έχουν δημοσιευτεί σε λογοτεχνικά περιοδικά και έχουν περιληφθεί σε ποιητικές ανθολογίες. Μεταφρασμένα ποιήματά της υπάρχουν στην Ανθολογία "Έλληνες και Ούγγροι ποιητές των ημερών μας" BOYDAPEST, 2008. To 2009 εκδόθηκε η ποιητική της συλλογή "Ενθύμιο Φως", Αθήνα, εκδ. Ταξιδευτής