Κυριακή 7 Ιουλίου 2013
Διήγημα : Οι λέξεις έχουν φωνή
της Ιωάννας Μπαμπέτα *
Πού πηγαίνουν άραγε οι λέξεις που δεν έχεις τολμήσει να ξεστομίσεις;
Κι εκείνες που γράφτηκαν σε χαρτί κι έπειτα τσαλακώθηκαν και πετάχτηκαν πού να βρίσκονται;
Τέτοια κι άλλα σκεφτόταν ο Αλέξης περπατώντας για το σχολείο. Όταν αντίκριζε την Ελένη, το μυαλό του πάταγε φρένο και η καρδιά του γκάζι. Όσα κι αν είχε προγραμματίσει να της πει σβήνονταν και χάνονταν.
Κάποιες φορές κατάφερνε να ψελλίσει μια καλημέρα. Κι η Ελένη τον κοιτούσε. Τι καλά που θα ήταν οι λέξεις που κλείνονταν στο μυαλό του να φτερούγιζαν και να φώλιαζαν στην καρδιά της…
Περπατούσε πάντα από πίσω της. Έτσι μπορούσε να την κοιτάζει χωρίς εκείνη να τον καταλαβαίνει. Συναντούσαν πάρκα, μαγαζιά, σπίτια μέχρι να φτάσουν στο σχολείο. Κι ο καιρός περνούσε μόνο με βλέμματα, χωρίς λέξεις.
«Δεν πάει άλλο. Πρέπει να της πω πως νιώθω», σκεφτόταν ο Αλέξης και βημάτιζε πάνω κάτω στην αυλή του σχολείου. Την τελευταία ώρα, στο μάθημα της Ιστορίας, είχε πάρει την απόφαση του. «Θα της μιλήσω».
Το κουδούνι χτύπησε μια φορά κι έκανε την καρδιά του να χτυπήσει χίλιες.
«Ελένη», της φώναξε. Τι γλυκιά αίσθηση να λέει το όνομα της. Εκείνη γύρισε και τον κοίταξε. Ο Αλέξης καρφώθηκε στα μάτια της για μια στιγμή όμως δεν μπόρεσε να πει τίποτα άλλο. Γύρισε την πλάτη του κι άρχισε να τρέχει. Μέχρι να πέσει ο ήλιος έτρεχε. Να ξεφύγει. Να γλιτώσει από τις λέξεις που τον έπνιγαν.
Κάποια στιγμή λαχανιασμένος σταμάτησε και στηρίχτηκε σε ένα λευκό τοίχο. Έβγαλε κάτι από την εσωτερική τσέπη του μπουφάν του και κοίταξε το κρύο τσιμέντο σαν να ήθελε να αναμετρηθεί μαζί του. Η σκιά του στην αρχή διστακτικά κι έπειτα όλο και πιο σίγουρα άρχισε να κινείται. Έμοιαζε να χορεύει. Ή να παλεύει.
Το άλλο πρωί ο Αλέξης ετοιμάστηκε και βγήκε στο δρόμο. Στις 8.00 ακριβώς εμφανίστηκε από τη στροφή η Ελένη. Συγχρόνισε τα βήματα του με τα δικά της. Μόνο όταν η Ελένη έφτασε στον τοίχο, τα βήματα του Αλέξη έγιναν πιο αργά. Η Ελένη σταμάτησε. Κοίταξε τον τοίχο. Έπειτα οπισθοχώρησε και τον ξανακοίταξε από πιο μακριά. Κόκκινα γράμματα σχημάτιζαν τη φράση «ΕΛΕΝΗ Σ’ ΑΓΑΠΩ». Η Ελένη γύρισε και τα μάτια της συνάντησαν τα μάτια του Αλέξη για μια στιγμή. Ή για πολλές.
Ο Αλέξης μπορούσε τώρα να ησυχάσει. Οι λέξεις δεν είχαν χαθεί. Είχαν διαβαστεί. Είχαν ακουστεί. Οι λέξεις είχαν πια φωνή.
* Η Ιωάννα Μπαμπέτα σπούδασε Κοινωνική Πολιτική και Κοινωνική Ανθρωπολογία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Παρουσιάζει παιδικά βιβλία στον «Μαγικό Κόσμο του Παιδικού Βιβλίου» (βραβείο ΙΒΒΥ) και στην εφημερίδα «Ελληνική Γνώμη» (Καναδάς). Κείμενα της έχουν βραβευτεί από το diavasame.gr, την Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών και τη Γυναικεία Λογοτεχνική Συντροφιά.
Βιβλία της:
Εκδόσεις Μεταίχμιο: «Η Μελίνα ντετέκτιβ», «Ο βασιλιάς λύκος», «Πριγκιπικά γενέθλια».
Εκδόσεις Λιβάνη: «Ένα τριαντάφυλλο για τη δασκάλα μου» (βραχεία λίστα κρατικών βραβείων 2012).
Εκδόσεις Ψυχογιός: «Η νταντά μου».
Ενότητα
ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ