της Έφης Γεωργάκη *
«Μπορείς επιτέλους να μη κοιτάς σα χαμένη;» Μου είπε πάλι την ώρα που κοίταζα την κατσαρόλα με τη φασολάδα.
«Που είσαι χαμένη;» Μου έλεγε η μάνα μου. Και στο σχολείο τα ίδια: «Είναι μέτρια, όχι γιατί δεν μπορεί, αλλά γιατί χάνεται».
Χάνομαι στις δουλειές, στο διάβασμα, στα παιχνίδια, στο δρόμο, στα μαγαζιά, στη λαϊκή... ακόμα και πάνω από την κατσαρόλα....
Πολλές φορές με τρελαίνει αυτό, άλλοτε θυμώνω, άλλοτε το ξεχνώ μα ποτέ μα ποτέ δεν μπορώ δεν μπορώ να το αλλάξω. Όσο κι αν έχω προσπαθήσει- μάταια. Οι νοητικές μου λειτουργίες φτάνουν στο να παρατηρώ τα φασόλια όταν πέφτουν στην κατσαρόλα: αρχικά επιπλέουν σχεδόν όλα. Λίγο μετά ελάχιστα: Σαν να μοιάζει αυτό με την καθημερινότητα μου. Αρχικά τα βιώνω όλα, χάνομαι, μετά λίγα μου μένουν.
Κι όμως τελικά νομίζω πως τις στιγμές που χάνομαι, αυτές ακριβώς τις στιγμές υπάρχω. Σαν να λέμε πως υπάρχει ένα παράλληλο σύμπαν, που εκεί έχω αφήσει την πραγματική μου ζωή και πετάγομαι ζω λίγο και μετά επιστρέφω.... Χαμένη. Εκεί όμως, δεν είμαι χαμένη, ούτε μου το λέει κανείς, γιατί εκεί επιτρέπεται το παράλληλο σύμπαν, επιτρέπεται να έχω δυο ζωές σε ένα κορμί. Όχι δυο σπίτια, αλλά δυο περιθώρια να ζήσω. Αυτή η κλασική μου έμφυτη μανία για τα περιθώρια. Τα περιθώρια για να χωθώ και να χαθώ. Έχει μαραθεί το μυαλό μου από τη βλακεία, έχει μαραθεί το μ.ο.υ.ν.ι. μου από τον ξεπεσμό του έρωτα.
“Κατά τα άλλα καλά. Εσείς; Πως βλέπετε τα πράγματα; Θα έχουμε να φάμε αύριο;” Μπορούμε να φάμε τις κρέμες ομορφιάς για τη νύχτα. Αυτές δεν είναι κρέμες τροφής;
“Για ποια περιοχή είναι αυτή η αποτριχωτική κρέμα;” Για τα Πατήσια....
Δεν είμαι μόνη μου χαμένη.
Αγαπώ τον κόσμο που θα ... αποτριχώσει τα Πατήσια, ή... θα φάει την κρέμα νύχτας στα Πατήσια.
Είμαστε μαζί στο άλλο σύμπαν.
Οι καλλιτεχνικές μας ανησυχίες φτάνουν στο χρώμα της φασολάδας στο τρίτο βράσιμο. Σκουραίνει λίγο έτσι δεν είναι;
Εκείνη την ώρα λοιπόν που κοιτώ στα μάτια τη φασολάδα, έρχεσαι αγάπη μου και μου λες ότι είμαι χαμένη....
E, ναι, είμαι χαμένη... ναι, σκέφτομαι ότι στο τρίτο βράσιμο αλλάζει χρώμα και πως αύριο θα πάω να αγοράσω ένα τέτοιο χρώμα κραγιόν. Και θα το ζητήσω έτσι ακριβώς: «Ένα κραγιόν στο χρώμα της φασολάδας στο τρίτο βράσιμο παρακαλώ.»
Κι αν δεν το βάλω το κραγιόν, θα σου γράψω μ’ αυτό μηνύματα στον καθρέφτη που θα λένε: «όλα καλά, φάγανε τα παιδάκια μας και σήμερα» ή «να, ήρθαν οι καλύτερες μέρες», ή «σ’ αγαπώ και χάνομαι».
Κι αν δεν σου γράψω στον καθρέφτη, την ώρα που κοιμάσαι θα σου δώσω ένα μεγάλο κόκκινο φιλί, στο χρώμα που έχει η φασολάδα στο τρίτο βράσιμο∙ γιατί στο άλλο σύμπαν μου, όταν κοιτάζεσαι στο καθρέφτη και έχεις το φιλί μου στα μούτρα σου... χάνεσαι κι εσύ, ναι μωρό μου χάνεσαι: στην αγκαλιά μου.
* Η Έφη Γεωργάκη γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Για το ότι γεννήθηκε υπάρχουν αποδείξεις, για το ότι μεγάλωσε μόνο ενδείξεις. Της αρέσει να παίζει ακόμα, με τα παιδιά της, με τις λέξεις, με περίεργα υλικά. Γράφει ακόμα ημερολόγιο και πάει ακόμα στο σχολείο (Στο ΕΑΠ-τμήμα Ευρωπαϊκού Πολιτισμού). Κάνει ακόμα Θέατρο (το οποίο σπούδασε) με παιδιά. Στόχο ζωής (αυτή τη στιγμή) δεν έχει- στόχο στιγμής έχει: να σπάσει μερικούς ακόμα κανόνες του παιχνιδιού.