Κυριακή 7 Ιουλίου 2013

Διήγημα: Τζάμπα..


της Μαρίας Γκούσια-Ρίζου *

«Τζάμπα. Καλά άκουσα. Τα κορίτσια το ‘παν δύο φορές. Να πάμε να μας εξετάσει ο γιατρός και τζάμπα όλα».
Η εικόνα είναι ξεκάθαρη και συγκεκριμένη για τη Ματούλα. Με την άκρη του πιρουνιού βρέχει την πίτα με λάδι και νερό και τη βάζει στο φούρνο. Έχει  κρατήσει στο μυαλό της την ημέρα που θα έρθουν απ’ το διπλανό χωριό οι άνθρωποι για την αιμοληψία.
Πέμπτη είπαν. Ο καιρός δεν είναι για έξοδα. Ο άντρας της δεν είναι για μετακινήσεις και η ίδια δεν είναι σίγουρη ότι νιώθει εντελώς καλά μετά τα χθεσινοβραδινά τσιμπήματα στο στήθος.
Έχει ταλέντο στ’ αστεία. Όταν βρίσκονται όλες μαζί για τον απογευματινό καφέ, μια που τον ανακατεύει και μια που τον πίνει βγάζοντας πάντα ένα επιφώνημα ικανοποίησης. Κατά προτίμηση ένα μακρόσυρτο «άιιι». Πιάνει τα γυαλιά από τη μέση του σκελετού που κάνουν τραμπάλα στο κοκαλάκι της μύτης. Ισιώνει το φουστάνι με τις παλάμες ανοιχτές σαν ανάποδες μούντζες κι αρχίζει την κουβέντα απ’ όπου την είχε αφήσει την προηγούμενη. Εκτός κι αν υπάρχει κάτι έκτακτο, όπως αυτό με τις ιατρικές εξετάσεις.
Ο αγροτικός γιατρός έχει την τιμητική του κάθε Πέμπτη. Φτάνει κατά τις δέκα έχοντας μαζί έναν βοηθό για τις σφραγίδες και τα τυπικά. Πολυτέλεια θα πει κανείς, αλλά έχει κι αυτό το κύρος που περιβάλει κάθε ενέργειά του. Στον αυλόγυρο του ιατρείου που καθαρίζουν οι ντόπιες τα πρωινά και λερώνουν μ’ αποτσίγαρα κι άδεια κουτάκια μπύρας οι πιτσιρικάδες τα βράδια του καλοκαιριού, υπάρχει πάντα κόσμος από νωρίς.
Ηλικιωμένα βλέμματα καίγονταν στην πεζούλα χωρίς προφύλαξη από τον ήλιο. Οι γκλίτσες αναίτια χτυπούν τις άκρες τους στο έδαφος σχηματίζοντας ημικύκλια. Μαζεύονται και περιμένουν μέχρι να περάσει κι ο διανομέας ψωμιού με το φορτηγάκι του απ’ τη Ραψάνη.  Όλα σ’ ένα. Συνήθως, τέτοια ώρα έχουν ήδη πιει καφέ κι έχουν οπωσδήποτε ρίξει νερό στις ορτανσίες για να μην κρεμάσουν τα κεφάλια τις ώρες του μεσημεριού. Σήμερα όλοι είναι νηστικοί ένεκα της εξέτασης αίματος που απαιτεί άδειο στομάχι.
Δεν είναι λίγες οι φορές που μαλώνουν για τη σειρά προσέλευσης. Καθένας για τους λόγους του θέλει να ξεμπερδεύει μια ώρα αρχύτερα. Ο κύριος Διονύσης δε σηκώνει πολλά πολλά. Τους αγριοκοιτά, κάτι που δεν ταιριάζει στο νεαρό της ηλικίας του και μ’ ένα νεύμα τους περνά στο εξεταστήριο. Κι αυτοί, σαν τα παιδιά ή τα πρόβατα ή ένα σμήνος πουλιών που μαζεύονται γύρω από τον μπροστάρη, σταματούν κάθε άλλη ενέργεια ή κουβέντα. Περισσότερο απ’ όλα τα γιατρουδάκια που έφτασαν κατά καιρούς στο χωριό, αυτός έχει το σοβαρότερο ύφος και φαίνεται πώς κάποια μέρα θα φτάσει ψηλά.
Τα «κορίτσια» της κοινωνικής πρόνοιας επισκέπτονται εβδομαδιαίως τα σπιτικά και βοηθούν τους ανήμπορους ή τις περιπτώσεις εκείνες που τα συγκεντρωμένα στοιχεία στις καρτέλες του Δήμου είναι τόσο επιβαρυντικά ώστε επιβάλλεται να στείλουν άνθρωπο για παραπάνω φροντίδα. «Αγγέλους» τις αποκαλούν οι περισσότεροι. Κυρίως για τη συντροφιά και μια καλή κουβέντα που προσφέρουν.
Το χειμώνα, που οι αναστεναγμοί έχουν βάρος και τα πατζούρια κλείνουν ερμητικά για τον φόβο των Ιουδαίων, των κακοποιών και των πάσης φύσεων κινδύνων που έρχονται στο μυαλό, «τα κορίτσια» αποτελούν από μόνα τους «το γεγονός της ημέρας».
Έτσι και προχθές. Να πάνε όλοι για τις αιματολογικές γιατί δε θα επιβαρύνονταν στο ελάχιστο. Τουλάχιστον αυτό κατάλαβε η Ματούλα που διέδωσε το νέο και επιχειρηματολογούσε υπέρ της κίνησης και σ’ όσους δεν είχαν κατά νου να βγουν από το σπίτι λόγω υπερβολικής ζέστης. Ιούνιος μήνας κι έχει χτυπήσει σαραντάρι στα καλά του καθουμένου.
Υπήρχε μια σχετική καθυστέρηση στην αρχή. Ύστερα, ο ένας μετά τον άλλο δίνουν το αίμα κι υπομονετικά περιμένουν ν’ ακούσουν τα νούμερα της πίεσης που ανεβοκατέβαινε όλο τον χρόνο όχι τόσο από τ’ αλατισμένα μεζεδάκια και τις λιχουδιές κάτω από τον πλάτανο, αλλά απ’ τα προβλήματα που σάρωναν τις οικονομίες ετών στους τραπεζικούς τους λογαριασμούς.
«Περίεργο», είπε σηκώνοντας τους ώμους ο Πέτρος, ιδιοκτήτης της ταβέρνας «Ο Όλυμπος». Επανέλαβε τη φράση εξακολουθώντας να ταΐζει δύο καφετιά γατάκια που είχαν τρυπώσει ασθενικά και μόνα στο πίσω μέρος της αποθήκης του.
«Όσο περίεργο και να σου φαίνεται, θα πάρουν τα μπουκαλάκια με τα δείγματα και σε μια βδομάδα θα ξέρουμε τ’ αποτελέσματα. Άσε που κι ο γιατρός θα νιώθει πιο σίγουρος για όσα λέει άμα έχει στα χέρια του τις απαντήσεις». Έτσι του εξήγησε η Μαρία η Δασκάλα που γνωρίζει απ’ όλα και για όλους. Τον Πέτρο όμως τον απασχολεί το μπέρδεμα κι ένα αν που βάζει πάντα πίσω από κάθε καινούρια είδηση.
«Κι αν μπερδευτούν, εγώ σου λέω, τι θα γίνει; Συμπληρώνει, καθώς ετοιμάζει το κεμπάπ για το βράδυ περνώντας σχολαστικά τις επιφάνειες της κουζίνας του με vetex.  Το θέμα δεν τον αφήνει σε ησυχία. Εκείνο το πρωινό της Πέμπτης όλα κύλισαν όπως τα είχαν περιγράψει οι θαμώνες στα γωνιακά τραπεζάκια κι όπως τα κουβέντιαζαν οι γυναίκες στις αυλές. Ένα κλίμα ευφορίας επικρατεί μετά το τέλος της διαδικασίας. Παίρνουν το ψωμί, σχολιάζουν μεταξύ τους στα κρυφά και κατά τη μία σκορπίζουν στα σπίτια για μεσημεριανό.
Όπως τα σύννεφα, έτσι κι οι μέρες περνούν γρήγορα. Τ’ αποτελέσματα είναι ήδη στα χέρια τους προς ανάγνωση. Η ουρά σχηματίστηκε με μια κλίση προς τα δεξιά του αγροτικού ιατρείου. Στην ίδια κατεύθυνση με τον ίσκιο. Αυτή τη φορά δεν είναι τόσο δύσκολο να ξεμπερδέψουν. Μία πίεση, και να τους γράψει τα φάρμακα. Όσοι τελειώνουν με το γιατρό βγαίνουν στην πλατεία κι έχουν το ύφος του μαθητή που έμεινε στις γραπτές εξετάσεις. Φόβο να το πεις; Μούδιασμα; Όπως και να το ονομάσει κάποιος, έχει την εξήγησή του.
«Δεν είμαι καλά. Τα ‘λεγα εγώ. Αλλά ποιος να σε καταλάβει και τι να σου κάνει! Σαν να μην έφταναν τ’ άλλα και τώρα πρέπει να βάλω σε σειρά κι αυτό .. να δεις πώς το είπε;.. αυξημένο ουρικό οξύ». Η Ματούλα συγχύστηκε. Έχει την εντύπωση ότι η πίεσή της ανέβηκε, αλλά ο γιατρός πριν λίγο τη διαβεβαίωσε ότι είναι στα φυσιολογικά όρια.
Η Δασκάλα πετάχτηκε απ’ τη θέση της σα να τη δάγκωσε φίδι.
«Ματούλα δεν είσαι η μόνη με πρόβλημα. Κι εμένα ο γιατρός τα ίδια μου είπε. Ουρικό οξύ και πίεση φυσιολογική.
Κοιτάζονται οι γυναίκες στον καφέ και χωρίς να έχει γίνει σεισμός, ανάλογο τράνταγμα νιώθουν κι οι άντρες στο καφενείο μαθαίνοντας για τα καθ’ έκαστα. Ουρικό οξύ και πίεση φυσιολογική. Μερικοί αναρωτιούνται μήπως κάτι τους πείραξε και ξαφνικά όλοι υποφέρουν απ’ το ίδιο πράγμα. Ο Πέτρος αναρωτιέται αν τα δείγματα μπερδεύτηκαν και βέβαια μήπως ο γιατρός ήταν .. βιαστικός. «Τυχαίο; Δεν νομίζω». Κλείνει τον προβληματισμό μ’ αυτή τη φράση  σαν υπογραφή.
Τα μπερδέματα θέλουν επιδέξια χέρια για να ‘χεις και τα ξεμπερδέματα. Ο φόβος της πιθανής ασθένειας έχει τρυπήσει τα πρώτα στρώματα της γεροντικής ανασφάλειας που ούτως ή άλλως δεν την παλεύουν από καιρό. Κι εκεί που όλα είναι μετέωρα και θολά, κι εκεί που καμία δεν έχει όρεξη να πει τα μελλούμενα στον καφέ, πόσο μάλλον να γελάσει με τ’ αστεία της Ματούλας, ακούγεται η φωνή της Βάγιας ήρεμη και σιγανή.
«Ουρικό οξύ, πίεση στο όριο και δεκαοκτώ ευρώ ο καθένας».
Γιατί στο τέλος φτάνει πάντα ο λογαριασμός και τίποτε πια δεν είναι τζάμπα.


* Η Μαρία Γκούσια - Ρίζου πέρασε πολύ χρόνο στις πανεπιστημιακές αίθουσες (Νομικά, παιδαγωγικά, δημοσιογραφία, λογοτεχνία). Κι ακόμη εκεί βρίσκεται έχοντας αλλάξει θέση αυτή τη φορά (Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο). Τα σπουδαιότερα τα έμαθε στην επαφή με τους άλλους, στη συνάντηση με το έσω θέμα. Έχει παιδιά και όνειρα. Αγωνίζεται και για τα δύο με πείσμα. Γράφει και κάποτε βραβεύεται (A’ Βραβείο στο διαγωνισμό του Αερολιμένα Αθηνών και του περιοδικού «Διαβάζω» για το διήγημα «Ήξεις – Αφίξεις». Β’ Βραβείο στο διαγωνισμό της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών για τη νουβέλα  “Da(y)go”. Α΄ Βραβείο στο διαγωνισμό του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός» για το διήγημα «Εντελώς Αδύνατον». Βραβείο στο διαγωνισμό του diavasame.gr για το διήγημα  «Με παλμό». Βραβείο στο διαγωνισμό του “monitor” για το διήγημα  «Ανάρρωση»). Ο προσωπικός της ιστότοπος βρίσκεται στη διεύθυνση: http://mariagoussia.wordpress.com


 
2013 | ιδεόστατο από την ανοικτή βιβλιοθήκη OPENBOOK Deluxe Templates. WP by Masterplan
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...