του Κώστα Βουλαζέρη
Το βιβλίο, στην ηλεκτρονική εποχή, δεν είναι προϊόν για να πωλείται με το κομμάτι |
Εκ των προτέρων ξέρω ότι, και μόνο από τον τίτλο, κάποιοι θα διαφωνούν κάθετα με αυτό το άρθρο. Ο σκοπός μου δεν είναι να τους προσβάλω, αλλά δεν υπάρχει και άποψη που μπορείς να εκφράσεις χωρίς να προσβάλεις κάποιον. Ο μόνος τρόπος για να μην προσβάλεις ποτέ κανέναν είναι να μην λες ποτέ τίποτα. Προφανώς, έχω επιλέξει τον άλλο δρόμο, προτιμώντας να εκφράζω τη γνώμη μου ελεύθερα.
Το ξεκαθαρίζω αυτό από την αρχή γιατί ξέρω ότι πολλά λέγονται τον τελευταίο καιρό σχετικά με το εμπόριο του ηλεκτρονικού βιβλίου, τη δωρεάν διανομή, και την πειρατεία.
*
Στον αρχαίο κόσμο το βιβλίο δεν ήταν είδος εμπορεύσιμο γιατί δεν μπορούσε να παραχθεί μαζικά. Η αντιγραφή των κομματιών ήταν δύσκολη καθώς έπρεπε άνθρωποι να καθίσουν και να αντιγράψουν κάθε βιβλίο με το χέρι.
Αργότερα, ανακαλύφθηκε η τυπογραφία, κι αυτή ήταν ένας τρόπος για να παράγονται μαζικά πολλά βιβλία. Το μόνο πρόβλημα, βέβαια, ήταν το κόστος. Και ακόμα αυτό είναι το πρόβλημα με την τυπογραφία. Για να τυπώσεις βιβλία πρέπει να βάλεις σε κίνηση βαριές μηχανές: και για να βάλεις σε κίνηση βαριές μηχανές, θέλεις ενέργεια, η οποία δεν είναι δωρεάν.
Το ίδιο συμβαίνει και με τις φωτοτυπίες. Μπορεί το φωτοτυπικό μηχάνημα να είναι πιο ελαφρύ από το τυπογραφικό αλλά και πάλι καταναλώνει πολλή ενέργεια, άρα έχει πολύ κόστος. Επίσης, η φωτοτυπία δεν είναι τόσο καλή, στην εμφάνιση, όσο κάτι τυπωμένο σε τυπογραφική μηχανή.
Το βασικό πρόβλημα, κοντολογίς, με την τυπογραφία (αλλά και με τις φωτοτυπίες) είναι ότι τα έξοδα είναι αρκετά για να παραχθεί μια δεδομένη ποσότητα βιβλίων.
Με την ηλεκτρονική τεχνολογία, όμως, δεν ισχύει αυτό. Πατώντας ένα κουμπί με την ένδειξη COPY, μπορείς να κάνεις όσα αντίγραφα θέλεις ενός βιβλίου μέσα στον σκληρό δίσκο του υπολογιστή σου. Χιλιάδες αντίγραφα. Το κείμενο, εκτός των άλλων, είναι και πιο ελαφριά μορφή αρχείου σε σχέση με την εικόνα, τον ήχο, ή το βίντεο.
Το κόστος για να κάνεις αντίγραφα βιβλίων, στην ηλεκτρονική εποχή, είναι μηδέν.
Το μόνο για το οποίο πληρώνεις είναι ο υπολογιστής σου – κι αυτός κάνει διάφορες δουλειές, δεν αντιγράφει μόνο βιβλία. Επιπλέον, μπορείς να φτιάξεις ένα άψογο στην εμφάνιση ηλεκτρονικό βιβλίο πάλι με μόνο έναν υπολογιστή.
Ο μόνος πραγματικός λόγος που μέχρι στιγμής πωλούνταν τα βιβλία ήταν επειδή δεν μπορούσες να βγάλεις άπειρα αντίγραφα. Το κάθε αντίγραφο κόστιζε. Η μεταφορά του, επίσης, κόστιζε. Και τα λοιπά.
Σήμερα, με την ηλεκτρονική τεχνολογία και το Διαδίκτυο, αυτά τα κόστη εκμηδενίζονται. Τα μόνα κόστη που παραμένουν είναι τα εξής (και εξαρτώνται πάντα από το πώς το βλέπει ο καθένας): (α) το εναλλακτικό κόστος τού να καθίσεις και να γράψεις το βιβλίο· (β) έξοδα για επιμέλεια· (γ) έξοδα για να σου φτιάξει κάποιος το εξώφυλλο. Το (α) οι περισσότεροι λογοτέχνες δεν το σκέφτονται καν· τους αρέσει να γράφουν: δεν είναι «κόστος» για αυτούς. Το (β) μπορεί να το κάνει ο ίδιος ο συγγραφέας με λίγη προσωπική ενασχόληση και σωστή μόρφωση πάνω στο θέμα. Το μόνο που μένει είναι το (γ), αλλά και πάλι μπορείς να φτιάξεις εξώφυλλο μόνος σου με λίγη προσπάθεια και ενασχόληση. Σε τελική ανάλυση έχουμε δει τελείως τραγελαφικά εξώφυλλα από μεγάλους εκδοτικούς οίκους – χειρότερα απ’ό,τι θα έφτιαχνε ένας χομπίστας. Και το εξώφυλλο δεν είναι το σημαντικότερο μέρος ενός βιβλίου εκτός αν ποντάρεις στο μάρκετινγκ.
Δεν τίθεται, όμως, θέμα μάρκετινγκ αν δίνεις τα βιβλία σου δωρεάν.
Και πολλοί ρωτάνε κάπου εδώ, συνήθως: Μα, και πώς θα τρώει, ρε φίλε, ο συγγραφέας; Χωρίς λεφτά;
Καλό ερώτημα. Αλλά και αστείο. Διότι οι περισσότεροι συγγραφείς ούτως ή άλλως δεν συντηρούνται οικονομικά από τα βιβλία τους, και όλοι το ξέρουμε. Στην Ελλάδα αμφίβολο είναι αν υπάρχουν τέτοιοι συγγραφείς, και στη διεθνή αγορά είναι ελάχιστοι για το ποσοστό των ανθρώπων που γράφουν. Είναι οι εξαιρέσεις, δεν είναι ο κανόνας. Αλλά ακόμα και οι εξαιρέσεις μέχρι να γίνουν εξαιρέσεις έγραφαν πολλά χρόνια ζώντας με άλλους τρόπους, όχι από τα βιβλία τους.
Και όλα αυτά με το οικονομικό και κοινωνικό σύστημα όπως ήδη ήταν.
Σήμερα μπορούμε να κάνουμε κάτι διαφορετικό. Κάτι καλύτερο. Γιατί; Επειδή έχουμε τα μέσα. (Ναι, παρότι η οικονομία πηγαίνει χάλια. Η οικονομία, άλλωστε, ίσως να πηγαίνει χάλια σ’ολόκληρη την υφήλιο εξαιτίας της λογικής που μέχρι τώρα ακολουθούσαμε – θησαυρισμός και θησαυρισμός και θησαυρισμός, και τίποτε άλλο, σαν μόνο τα λεφτά – πλασματικές μονάδες, κυρίως, χωρίς καμία αντικειμενική αξία – να έχουν νόημα σ’αυτό τον κόσμο.)
Το ερώτημα, λοιπόν, που πρέπει να τίθεται είναι: Αν μπορείς να ζεις και, συγχρόνως, να εξασκήσεις την τέχνη που σου αρέσει (να γράφεις λογοτεχνία, στην προκειμένη περίπτωση), γιατί να πουλάς τα βιβλία σου και να μην τα δίνεις δωρεάν;
[ Πηγή ]